Επίσημο καμπανάκι για το νερό της Κάρλας

0
10

Τοξίνες επικίνδυνες για το συκώτι περνούν στα μαρούλια όταν ποτίζονται με νερό από την Κάρλα

Το καμπανάκι κινδύνου για το νερό της λίμνης Κάρλα ήχησε και επίσημα χθες, για μία ακόμη φορά κατά την έναρξη των εργασιών του 27ου Επιστημονικού Συνεδρίου της Ελληνικής Εταιρείας της Επιστήμης των Οπωροκηπευτικών από τη Σχολή Γεωπονικών Επιστημών του Πανεπιστημίου

Θεσσαλίας και το Τ.Ε.Ι. Θεσσαλίας, που φιλοξενείται στο ξενοδοχείο Valis Resort στην Αγριά Βόλου. Ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, ανάρτησε σε poster τα ευρήματα τριετούς έρευνας, βάσει των οποίων το νερό της λίμνης Κάρλας, μέσα από το οποίο προβλέπεται η άρδευση καλλιεργειών, δεν είναι μόνο ακατάλληλο αλλά ενδεχομένως και επικίνδυνο για τη δημόσια υγεία, καθώς υπάρχουν τοξίνες που περνούν με την άρδευση στο φυτό και ενδεχομένως -με τη βρώση του φυτού- και στον άνθρωπο.

Τα αποτελέσματα του τριετούς ερευνητικού έργου, παρουσιάστηκαν αναλυτικά στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ της Κυριακής. Το καμπανάκι κινδύνου ωστόσο είχε χτυπήσει πολύ πιο νωρίς, ήδη από το 2010 όταν άλλες επιστημονικές ομάδες διαπίστωναν την ύπαρξη των συγκεκριμένων τοξινών στο νερό, αλλά και επιβλαβών για το οικοσύστημα μικροοργανισμών χωρίς ωστόσο να υπάρξει καμία μέριμνα. Τέσσερις ερευνητικές εργασίες δημοσιεύτηκαν από το 2012 έως το 2014 σε έγκριτα επιστημονικά περιοδικά για την ποιότητα του νερού της Κάρλας, καμία όμως δεν αποτέλεσε τη βάση για νέες έρευνες και τη λήψη μέτρων.

 

Μαρούλια με ηπατοτοξικές τοξίνες

Οπως καταγράφηκε στο αποκλειστικό ρεπορτάζ του ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΥ την Κυριακή, ομάδα αποτελούμενη από τους καθηγητές Ε. Λεβίζου και Κ. Κορμά και τους ερευνητές Γ. Στατήρη, Θ. Παπαδημητρίου, Κ.Μ. Κουκ, προχώρησε στην καλλιέργεια μαρουλιών, για το πότισμα των οποίων χρησιμοποίησε νερό από την Κάρλα. Το μαρούλι είναι ένα φυτό που προσφέρεται για βιοδοκιμές. Στην εργασία ο στόχος ήταν διττός: από τη μία μελετήθηκε η επίδραση της άρδευσης με νερό Κάρλας στην ανάπτυξη, τη φυσιολογία και διάφορες βιοχημικές παραμέτρους του μαρουλιού και από την άλλη διερευνήθηκε το εάν η πιθανή επίδραση σχετίζεται με την «ηλικία» (αναπτυξιακό στάδιο) του φυτού κατά την οποία δέχεται επιβαρυμένο με μικροκυστίνες αρδευτικό νερό.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, όπως αναφέρει η λέκτορας φυσιολογίας φυτών του Τμήματος Γεωπονίας Φυτικής Παραγωγής και Αγροτικού Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, κ. Εφη Λεβίζου, η ανάπτυξη των φυτών δεν φαίνεται να επηρεάστηκε σημαντικά από τις περιεχόμενες στο αρδευτικό νερό μικροκυστίνες.

Εντούτοις, η βιοσυσσώρευση των μικροκυστινών στον βρώσιμο φυτικό ιστό ακολούθησε το πρότυπο της έκθεσης σε αυτές: όσο νωρίτερα κατά τη διάρκεια της ανάπτυξής τους δέχτηκαν τα μαρούλια νερό Κάρλας, τόσο περισσότερο συσσώρευσαν μικροκυστίνες στους υπέργειους ιστούς τους, φτάνοντας μάλιστα σε συγκεντρώσεις που βρίσκονται πολύ υψηλότερα από τα όρια ασφαλείας που έχει θέσει για την ανθρώπινη κατανάλωση ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας. Συγκεκριμένα, στα φυτά που ποτίστηκαν από το στάδιο του σπόρου με νερό Κάρλας μετρήθηκε συγκέντρωση τοξινών κατά 6 φορές πάνω από το όριο, ενώ τα φυτά που έλαβαν νερό Κάρλας σε μεγαλύτερη «ηλικία» βρίσκονταν 2,4 φορές πάνω από το όριο.

Σημειώνεται ότι οι μικροκυστίνες είναι τοξίνες που προκαλούν βλάβη στο ήπαρ.

Τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης εργασίας αναρτήθηκαν χθες σε πόστερ στο συνέδριο στην Αγριά. Αποτέλεσαν μάλιστα την αφορμή για επέκταση των ερευνών σε φυτά που καλλιεργούνται στις παρακάρλιες εκτάσεις: σιτηρά, καλαμπόκι, βιομηχανική τομάτα. Τα πρώτα αποτελέσματα αναμένονται μέσα στον Οκτώβριο.

Επιπτώσεις στο συκώτι των ψαριών

Ωστόσο, το πρόβλημα στην ποιότητα του νερού της Κάρλας είχε εντοπιστεί πολύ πιο νωρίς από το 2010. Ερευνητική εργασία με επικεφαλής τον τότε αναπληρωτή καθηγητή του Τμήματος Γεωπονίας Ιχθυολογίας και Υδάτινου Περιβάλλοντος του Π.Θ., κ. Κων. Κορμά, που δημοσιεύτηκε το 2012, καταδείκνυε ότι στο νερό της Κάρλας συνυπάρχουν δύο πολύ τοξικοί και επικίνδυνοι μικροοργανισμοί, οι οποίοι πιθανόν να ευθύνονται για μαζικούς θανάτους ψαριών. Η έρευνα μάλιστα, είχε συμπέσει χρονικά με τους μαζικούς θανάτους ψαριών που είχαν καταγραφεί το 2010 στη λίμνη Κάρλα.

Ακολούθησε και νέα ερευνητική εργασία το 2013 και πάλι από την ερευνητική ομάδα του κ. Κορμά. Τότε αντικείμενο της έρευνας είναι αν οι μικροοργανισμοί που εντοπίστηκαν το διάστημα Μαρτίου- Απριλίου στο νερό της Κάρλας, παραμένουν και τη φθινοπωρινή περίοδο. Διαπιστώθηκε ότι οι μικροοργανισμοί παραμένουν. Όμως διαπιστώθηκαν και επιπλέον τοξικά κυανοβακτήρια που παράγουν τοξίνες.

Νέα μελέτη δημοσιεύεται το 2014 από τον επίκουρο καθηγητή του τμήματος Γεωπονίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, κ. Παναγιώτη Βερίλη. Διαπιστώθηκε ότι οι τοξίνες στο νερό της Κάρλας παράγουν τόσες επιπλέον τοξίνες που αρχίζουν να προσλαμβάνονται από τα ψάρια. Και βρέθηκε ότι το συκώτι των ψαριών (πεταλούδα) είχε επηρεαστεί από τις μικροκυστίνες.

Η τέταρτη μελέτη ήρθε το 2013 από την ομάδα της τότε επίκουρης καθηγήτριας του τμήματος Γεωπονίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και Πρόεδρο του Φορέα Διαχείρησης της Κάρλας, κ. Ιφιγένεια Κάγκαλου. Διαπιστώθηκε ότι όταν στο νερό και σε ιστούς ψαριών της Κάρλας υπάρχουν τοξικά κυανοβακτήρια υπάρχουν και τοξίνες.

 

Μπαίνει μολυσμένο νερό από τον Πηνειό

Τα παραπάνω ευρήματα είναι δημοσιευμένα σε επιστημονικά περιοδικά, χωρίς ωστόσο να υπάρχει καμία αντίδραση από τους τοπικούς φορείς για την εξυγίανση του νερού της λίμνης, το οποίο χαρακτηρίζεται από ευτροφικές συνθήκες, κυρίως λόγω της μη ανανέωσής του.

Ωστόσο, υπάρχει μία ακόμη παράμετρος από αδημοσίευτα στοιχεία έρευνας που έχει εκπονήσει ο καθηγητής του τμήματος Γεωπονίας, Ιχθυολογίας και Υδάτινου Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, κ. Κων. Κορμάς μαζί με τη συνάδελφό του καθηγήτρια στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, κ. Μαρία Μουστάκα.

Διαπιστώθηκε λοιπόν ότι κάποιες φορές ακόμη και το νερό που εισέρχεται στην Κάρλα από τον Πηνειό εμπεριέχει μικροοργανισμούς πιθανώς τοξικούς, δηλαδή το νερό που εισέρχεται είναι ήδη μολυσμένο.

Ο καθηγητής του Τμήματος Γεωπονίας Ιχθυολογίας και Υδάτινου Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, κ. Κων. Κορμάς
Ο καθηγητής του Τμήματος Γεωπονίας Ιχθυολογίας και Υδάτινου Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, κ. Κων. Κορμάς

 

Δηλώσεις Αγοραστού για τις τοξίνες στην ΚάρλαΜε αιχμές για τους ακαδημαϊκούς ερευνητές

Σε σχολιασμό του αποκλειστικού ρεπορτάζ του «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΥ» για τα ευρήματα μελέτης του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και τον εντοπισμό τοξινών στο νερό της λίμνης Κάρλα, προχώρησε ο Περιφερειάρχης Θεσσαλίας Κων. Αγοραστός.

Στο περιθώριο της επίσκεψής του στο Νοσοκομείο Βόλου για την προμήθεια νέου ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού, ο Περιφερειάρχης απαντώντας σε ερώτηση για την ποιότητα των νερών στην Κάρλα τα εξής:

«Το νερό στον ταμιευτήρα της Κάρλας δεν είναι για πόση αλλά μόνο για τις ανάγκες της λίμνης και για χρήσεις άρδευσης. Το έργο δεν είναι ολοκληρωμένο. Είχε χρόνια να μπει καιρό στη λίμνη. Φέτος μπήκε νερό από την Πηνειό και εμπλούτισε τον ταμιευτήρα. Οταν ολοκληρωθεί το έργο, ο καθένας να κάνει τις μελέτες του κι εμείς είμαστε οι πρώτοι που ενδιαφερόμαστε για την περιβαλλοντική διάσταση του έργου.

Καλές είναι οι μελέτες, τα πειράματα αλλά καλό είναι να έρχονται και σε εμάς να μας ενημερώνουν, να συζητούμε. Δεν υπάρχουν λίμνες χωρίς προβλήματα αλλά το θέμα είναι να μετράμε τους δείκτες για την εκάστοτε χρήση. Δεν ολοκληρώθηκε το έργο με τις γεωτρήσεις για να ποτίσουν αύριο οι αγρότες.

Καλά είναι να κάνουν τις μελέτες τους, πρέπει να βγάλουν paper, πρέπει να γίνουν γνωστοί, πρέπει να δείξουν το έργο τους. Λογικό είναι αυτό, Ακαδημαϊκοί είναι, κι εγώ Ακαδημαϊκός είμαι και ξέρω και βάσει των δημοσιευμάτων των μελετών, παίρνεις την προαγωγή σου. Ιδίως όταν είσαι ελεύθερος, χρειάζεσαι δημοσιεύσεις για να ανεβείς. Εμείς είμαστε εδώ για να βοηθήσουμε. Είμαστε σε συνεργασία με την κα Κάγκαλου η οποία είναι Πρόεδρος του Φορέα Διαχείρισης κι έχει εκείνη την ευθύνη της περιβαλλοντικής ισορροπίας της λίμνης και είναι καθ’ ύλην αρμόδια.

Εμείς είμαστε αρμόδιοι για να κάνουμε το έργο και με υπέρβαση των αρμοδιοτήτων μας θα κοιτάξουμε και το περιβάλλον. Αυτή τη στιγμή όμως δεν τίθεται θέμα ούτε να πιεί νερό κανείς ούτε να ποτίσει.

Ξέρω γιατί έγινε. Δείτε την τελευταία σειρά (εννοεί το αποκλειστικό δημοσίευμα του «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΥ»).

Πρέπει να γίνει μελέτη για να δούμε πως θα το αντιμετωπίσουμε, αναφέρει. Αυτό να δείτε. Αυτό τους ενδιαφέρει», κατέληξε ο κ. Αγοραστός.

ΑΝΤ. ΦΩΚΙΔΗΣ

 

Οι μετρήσεις των Εργαστηρίων Γούναρη για την Περιφέρεια

Μετρήσεις στο νερό της λίμνης Κάρλας, πραγματοποίησαν πρόσφατα για λογαριασμό της Περιφέρειας Θεσσαλίας τα χημικά εργαστήρια Γούναρη.

Σύμφωνα με όσα έγιναν γνωστά «οι μικροκυστίνες είναι τοξίνες που παράγονται από τα κυανοβακτήρια, φυτοπλαγκτονικούς οργανισμούς που συναντώνται σε λίμνες, ποτάμια και θάλασσες.

Η παρουσία των μικροκυστινών (MCYST) στο πόσιμο νερό και το νερό άρδευσης αποτελεί ένα δυνητικό κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία, τα γεωργικά προϊόντα και τα ζώα. Οι αγρότες ουσιαστικά εκτίθενται σε κίνδυνο από την εισπνοή σταγονιδίων που περιέχουν τοξίνες, κατά την άρδευση με ψεκασμό. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει προτείνει μια κατευθυντήρια τιμή ασφάλειας για το πόσιμο νερό, 1 μg/L MCYST.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας επίσης, το 2003 έχει καθορίσει μια σειρά κατευθυντήριων γραμμών, που συνδέονται με την πιθανότητα εμφάνισης δυσμενών επιπτώσεων από την παρουσία κυανοβακτηριδίων σε ύδατα αναψυχής, που κλιμακώνονται σε τρία επίπεδα ασφάλειας. Οι σχετικά μικρές πιθανότητες, δυσμενών επιπτώσεων στην υγεία, που αφορούν κυρίως την ερεθιστική ή αλλεργιογόνο δράση των κυανοτοξινών, αφορούν συγκεντρώσεις απο 2 έως 10 μg/L μικροκυστινων. «Μέτριας πιθανότητας» και «υψηλού κινδύνου» δυσμενών επιπτώσεων στην υγεία, αφορούν οι συγκεντρώσεις MCYST στα ύδατα αναψυχής σε συγκεντρώσεις των 10-40 μg / L και μεγαλυτέρων απο 40 μg / L, αντίστοιχα.

Στην Ελλάδα, δεν υπάρχει μέχρι σήμερα, νομοθεσία σχετικά με τα όρια των κυανοτοξινών είτε στο πόσιμο νερό, είτε στα νερά αναψυχής.

Η λίμνη Κάρλα, όπως και οι περισσότερες λίμνες στην Ελλάδα, εμφανίζει μεγάλες διακυμάνσεις στην συγκέντρωση μικροκυστινών, ανάλογα με την εποχή. Η κατανομή της συγκέντρωσης των ενδο και εξωκυτταρικών μικροτοξινών στο νερό της, είναι επίσης ανισότροπη, ανάλογα με την πυκνότητα των κυανοβακτηριδίων, η οποία κατά κανόνα εμφανίζεται αυξημένη στην ανατολική πλευρά της λίμνης σε σχέση με την δυτική και την εν γένει κύρια μάζα του νερού της.

Οι πρόσφατες τιμές συγκέντρωσης μικροκυστινών που μέτρησαν τα Εργαστήρια Γούναρη για λογαριασμό της Περιφέρειας Θεσσαλίας από 5 σημεία δειγματοληψίας, ήταν 0,9 μg.L-1 (μέση τιμή με εύρος διακύμανσης τιμών 0.4 ελάχιστο έως 1.7 μέγιστο), που κατατάσσει τα νερά στα «ασφαλή» έως «χαμηλού ρίσκου» επίπεδα επικινδυνότητας για αναψυχή, με βάση τις συστάσεις του ΠΟΥ».

Πηγή: Εφημερίδα ΤΑΧΥΔΡΟΣΜΟΣ

Print Friendly, PDF & Email

Σχόλια

σχόλια

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.